Τρίτη, Αυγούστου 25, 2009

ημερολόγιο διακοπών

Συναυλιάρα στα μέσα του Αυγούστου. Παράταιρο.
Είναι πράγματι οι Faith No More. Και γαμάνε. Να ένα παιδικό όνειρο που επιτέλους εκπληρώνεται.

Second Hand και Hotelοτράγουδα, δυο μέρες πριν στον αμπελώνα στην Κέρκυρα. Ομορφιά.
Ο Σκοπελίτης δεν κουνάει απλώς. Είναι σαν παιχνίδι στο Allou Fan Park. Φανταζόμαστε τους εαυτούς μας ήδη στο βυθό. Δεν είναι δύσκολο. Βλέπουμε το κύμα να ανεβαίνει πάνω από τα κεφάλια μας. Ένας μίστερ, με σπούκυ όψη, σαν από ταινία του Τιμ Μπάρτον, αρχίζει να μοιράζει μπλε σακούλες στους επιβάτες, σαν να μη συμβαίνει τίποτα, σαν από συνήθεια, κάτι φυσικό. Καθόλου παράταιρο.
Δείχνει μάλιστα να το διασκεδάζει, όταν και οι πρώτες κυρίες πηγαίνουν τρέχοντας προς την τουαλέτα, με τη σακούλα στο χέρι. Μαζί με έναν άλλο μουτσαραίο χαβαλεδιάζουν κοιτώντας περιπαιχτικά τους επιβάτες στο σαλόνι. Νομίζει κανείς ότι βάζουν στοιχήματα ποιος επιβάτης θα φύγει πρώτος για την τουαλέτα. Θα μπορούσε και να είναι το παιχνίδι τους. Μ'αρέσουν. Διασκεδάζουν με μια κατάσταση που για άλλους είναι τρομακτική και το βλέπω δίπλα μου. Εκείνοι όμως διασκεδάζουν γιατί ξέρουν. Ξέρουν ότι όσο κι αν κουνάει, δεν παίζει να βουλιάξουμε. Αλλά και αυτό να γίνει, ξέρουν ότι αυτό θα γίνει once και ότι είναι λίγοι για να κάνουν το ο,τιδήποτε. Η γνώση ως σύμμαχος. Σχετικά παράταιρο.
Βλέπω αυτό τον Έλληνα συνέχεια μπροστά μου. Τον λέω Έλληνα γιατί τόσο θέλει να είναι. Στο τραπέζι, ελληνικός καφές και φραπέδες για τα κορίτσια, πακέτο Μάλμπορο και γυαλί ηλίου Αρμάνι με τη φίρμα να βγάζει μάτι από δέκα μέτρα. Τον ξέρω καλά. Είναι ο τύπος του Έλληνα που νομίζει πως τα'χει όλα και στην ουσία δεν έχει τίποτα. Που νομίζει πως κάθε τι ελληνικό συνιστά και μια πρωτιά στην ανθρωπότητα. Που δεν ξέρει -ή κάνει ότι έχει ξεχάσει- ότι τον ελληνικό καφέ, κάποτε τον παραγγέλναμε για τούρκικο. Που όταν καμιά εθνική ομάδα σηκώσει κανά κύπελλο -είτε properly είτε by chance- εκείνος πανηγυρίζει ως να ήταν δική του επιτυχία, γιατί έτσι κι αλλιώς δεν έχει και πολλές επιτυχίες δικές του να καυχηθεί. Γενικά, όλα τα στραβά του κόσμου συμπυκνώνονται για εκείνον στη λέξη 'ξένοι'. Συνέχεια της θεωρίας που θέλει εμάς τους Έλληνες να μεγαλουργούσαμε αν μας άφηναν οι Φράγκοι. Γιατί εκεί είναι το πρόβλημα. Στους άλλους. Τούρκοι, Αλβανοί, Γερμανοί, τουρίστες, μετανάστες, όλοι υποφέρουν όταν τους πιάνει στο στόμα του. Τ'ακούω αυτά συνέχεια με τη μίζερη και σίγουρη φωνή του, να βγάζει λόγους σ'όποια παρέα ψαρεύει. Ενοχλεί διαρκώς τη σιέστα μου. Παράταιρος.
Στο απόμερο ταβερνάκι, όπου το κύμα που σκάει είναι και ο πιο δυνατός ήχος που μπορεί ν'ακούσει κανείς, μια παρέα 20κάτιδων, αντάμα με τις σιωπηλές γλάστρες τους, στρογγυλοκάθονται και αρχίζουν την ανάλυση για τις μεταγραφές του Θρύλου. Παράταιρο.
Δεν αργώ να διαπιστώσω ότι είναι σχεδόν σαν τους περισσότερους της γαβροφυλής μου. Ούτε από μπάλα ξέρουν πραγματικά, ούτε καν από ελληνική μπάλα. Καθόλου παράταιρο. Παρακαλάω να σωπάσουν, αλλιώς αρχίζω το μονοπάτι που θα με οδηγήσει στη δροσιστική βουτιά της Καλοταρίτισσας.

Το πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου αγκομαχάει να δικαιώσει τον τίτλο του. Ούτε κέφι ούτε μεράκι ούτε ωραίοι μουσικοί. Σκυλονησιώτικα και μαντινάδες για κινητά και όπλα διαδιέχονται ταλαιπωρημένες εκτελέσεις των κλασικών χορευτικών, που μόνο για χορό δεν με προκαλούν. Σιγά σιγά ο κόσμος γουστάρει, γιατί δεν μπορεί κι αλλιώς. Ακόμα και σ'αυτό το ίσως ακόμα παρθένο νησάκι, η πιο αυθεντική λειτουργία και έκφραση του ανθρώπου -ο χορός- έχει μολυνθεί. Παράταιρο, αν και όχι πλέον.
Ο Έλληνας πάλι μπροστά μου, ίσως χαίρεται μ'αυτό που βλέπει και ακούει, γιατί ίσως στα αυτιά του και στο μυαλό του αυτό να είναι η παράδοση και οι αξίες. Παρακαλώ να σχολιάσει το ηλίθιο shake που χορεύω ως αντίδραση, για να του πω που να τη βάλει αυτή την παράδοση.
Τα δύο τελευταία νησάκια φέρνουν την ηρεμία. Ο Χουανίτο μας περιμένει με το βιολί και το λαούτο -και ένα ασκί αέρηδες. Ο Ματίας μπαίνει στη μουσική παρέα δημιουργικά και κερδίζουμε έτσι άλλη μια στιγμή. Τα κορίτσια πιο δίπλα πίνουν ψημένη ρακή και περνάνε καλά. Μια πολύ όμορφη εικόνα. Καθόλου παράταιρη.
Την ίδια ώρα το βαζελάκι ρουφάει τρία και ετοιμάζεται για το σπίτι του. Η εικόνα ομορφαίνει.

Μόνη ασχήμια πραγματική, το γαμημένο Blue Star. Νιώθω ζητιάνος στην Ομόνοια. Η εικόνα του λιμανιού του Πειραιά ως ανταμοιβή της πολύωρης περιπέτειας απλά ολοκληρώνει την ασχήμια. Άμα ξαναπάω εγώ Αιγαίο, γράψε μου.

5 σχόλια:

Starkwell είπε...

Νομίζω ήμουν κι εγώ εκεί. Όχι στην γαυροπαρέα. Παραδίπλα...
Η ψημένη ήταν αραιωμένη ή τούμπανο?
(Ερώτηση καθόλου παράταιρη)

Ομορφιές, αλλά κι ασχήμιες... γενικά, όχι κακά, ε;

"Την ίδια ώρα το βαζελάκι ρουφάει τρία και ετοιμάζεται για το σπίτι του. Η εικόνα ομορφαίνει."
Α, να χαθείς!!

costinho είπε...

Δίπλα μας βρε? Και δεν είπες ένα γεια?...

Η ρακή πάντα τούμπανο. Ειδικά αν είναι σπιτική. Ακούς εκεί 'αραιωμένη'...

Εγκλωβισμένε, not bad, not bad. Not bad at all δηλαδή. Pas mal, pas mal, που λένε.

Και τα υπόλοιπα 2 στην Ισπανία καλά ήτανε, αλλά λίγα. Σαν τον Μήτρογλου.

Καλώς ήρθες.
Συγνώμη που γελάω- το κάνω όσο πιο διακριτικά γίνεται: ο Σκοπελίτης κουνάει; Μπήκες στον καινούριο, πού να είχες ταξιδέψει με τον παλιό που ήταν μικρότερος και πραγματικά κουνούσε. Ο νέος είναι υπερωκεάνιο, ποντοπόρο πλοίο!

costinho είπε...

Μωρέ και με τον παλιό έχω ταξιδέψει. Μια χαρά κούνημα έχει όμως και δαύτος. Απλά τώρα έγινε πιο commercial η φάση, you understand ε. Πουλάει και t-shirts.

 
 
 
 
Edited by © bananiotis