Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 20, 2010

plusμάτικ

'Ένα δωρεάν περιοδικό πόλης για μια γενιά που δεν διαβάζει έντυπα, στην αρχή ακουγόταν σαν κακόγουστο αστείο. Σχεδόν αδιανόητο. Τι να γράψεις που να μην το ξέρουν ήδη, ειδικά σε μια εποχή που μέχρι να φτάσει στα αυτιά σου μια είδηση έχει ήδη παλιώσει; Κι όμως, το επιχειρήσαμε, με μεγάλη δόση τρέλας, δοκιμάζοντας να φτιάξουμε το περιοδικό που θα μας άρεσε να διαβάζουμε. Ή περίπου. Το πρώτο τεύχος στήθηκε μέσα σε τρεις εβδομάδες, με πολύ κόπο, ξενύχτια και κούραση, αλλά και με άπειρο ενθουσιασμό και κέφι και είναι μόνο η αρχή. Το όραμά μας χρειάζεται χρόνο για να πάρει σχήμα, αλλά το στοίχημα είναι να σχεδιάσουμε ξανά το χάρτη μιας πόλης που σφύζει από ζωή, από δημιουργία και ταλέντα και έχει ένα σωρό υλικό που παραμένει κρυφό και αγνοημένο'.

Αυτό είναι το ανυπόγραφο editorial του νέου εντύπου της Ελευθεροτυπίας, που κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη εν είδει free press, με αυτόνομη διανομή σε διάφορα hot spots -όπως θα τα ονομάζουν μεταξύ τους στην αρχισυνταξία για να γουστάρουν. "Άλλο ένα" free press σκέφτομαι βιαστικά και το ξεφυλλίζω, αναζητώντας με όλη την ελπίδα μήπως είναι "ένα άλλο". Μπα. Στο εξώφυλλο "νέες", "hot", "φάτσες της πόλης", φάτσες με λουκ σαν να μην συμβαίνει τίποτα, σαν να ζούμε στη νέα εποχή του κουλ, την εποχή που έχουμε όλο το χρόνο και όλη την πολυτέλεια, να διαβάζουμε τα λαηφσταηλάδικα κατάλοιπα που άφησε ως επιγόνους η εκδοτική διάρροια του Κωστόπουλου. Στη σελίδα 30, ενημερώνομαι πως οι χοτ φάτσες αντιστοιχούν σε κάποιο νέο συγκρότημα, από αυτά που σφύζουν με νεανική ορμή και συγκαταλέγονται στους φορείς της ελπίδας μας αναφορικά με τη ντόπια μουσική δημιουργία. Κάνω το κλικ για τη σελίδα τους στο myspace και διαπιστώνω πως αυτή η νεανική ορμή εξαντλείται σε μια ανέμπνευστη αναπροσαρμογή των κλισέ που άφησαν πίσω τους οι Velvet Underground (στην καλύτερη) και το γκαραζιέρικο τουπέ των Stooges (ας πούμε), χρόνια τώρα. Παρ'όλα αυτά ο συνήθης ύποπτος κύριος Υλό, ανακαλύπτει διάφορα εντυπωσιακά στοιχεία γύρω από την αναγνωρισιμότητα και το σουξέ αυτής της φιλόδοξης μπάντας. Προφανώς και δεν έχω τίποτα με την μπάντα. Με τις υπερβολές τα έχω και με το ηλίθιο hype, το χωρίς αντίκρυσμα λιβάνισμα, που απ'ό,τι φαίνεται αποτελεί το βασικό συστατικό κάθε εκδοτικής προσπάθειας στο χώρο του free press. Πάω παρακάτω.

Ξεφυλλίζοντας και διαβάζοντας, αναζητώ στοιχεία που να αποκαλύπτουν το εκδοτικό "όραμα που χρειάζεται χρόνο για να πάρει σχήμα", του οποίου όμως το σχήμα μια χαρά το αναγνωρίζω ήδη, κάτω από τις λέξεις, τις φωτογραφίες και -φευ- τις διαφημίσεις. Το στοίχημα να σχεδιαστεί ξανά ο χάρτης της πόλης -αυτής που "σφύζει από ζωή"- δεν είναι παρά το κερδισμένο για τους Γεωργελέδες -πλην χρεωκοπημένο στα μάτια των εραστών του αληθινού λόγου και της αυθεντικής επικοινωνίας- στοίχημα της νέας λαηφστάηλ ελαφρότητας που ευθύνεται σε μεγάλο ποσοστό για τη γενική μαλακία που μας περιβάλλει, και η οποία βρήκε την απόλυτη έκφρασή της στις φυλλάδες, που ενίοτε αποτέλεσαν και "οδηγούς πόλης" -ενημερώνοντάς μας τακτικά πως αυτά συμβαίνουν στην πόλη, αυτά είναι η πόλη και όχι άλλα. Ανάμεσα σε μερικά ενδιαφέροντα κείμενα και κάποιες σεβαστές υπογραφές, ατάκτως εριμμένες και οι απαραίτητες διαφημίσεις για τη νεολαία: τα ΙΕΚ της συμφοράς και τα διάφορα freestyle πιασοκωλάδικα τρεντόμπαρα (εναλλακτικά και μη) -στα οποία παίζουν οι τρομεροί ντιτζέη, γίνονται τα σούπερ λάηβ και βραδιές γεμάτες ρούμι και ενέργεια και ό,τι άλλη μαλακία τους φορέσει καπέλο ο διαφημιστής προκειμένου να γίνει ένα λάηβ της προκοπής. Προσπερνάω τα διάφορα υπέροχα τίποτα του μεσιέ Υλό, αποτυπωμένα σε πληθώρα λέξεων κενών πραγματικού νοήματος, και φτάνω στις τελευταίες σελίδες όπου αράζει ο συνήθης οδηγός πόλης, μια πληρέστατη καταγραφή όλων των πιασοκωλάδικων -και όχι μόνο μπαρ- στα οποία μπορείς να απολαύσεις σούσια και μούσια, σε απίστευτες για την τσέπη και την ηρεμία σου τιμές. Εννοείται πως δεν λείπουν οι επιλογές στην καλύτερη κουζίνα της εβδομάδας και το τάμα στο νέο πωλητήριο υγρών βομβών στο Γκάζι, την αληθινή μας clubland -αυτή που τόσο χρειαζόμαστε άλλωστε.

Ετοιμάζομαι να πετάξω στον κάλαθο, αυτό το "άλλο ένα", σχεδόν απογοητευμένος που κάτι σοβαρές πένες σαν του Δημήτρη Αναστασόπουλου -αυτές που στα μάτια μας διαχώριζαν πάντα την αληθινή δημοσιογραφία και τον πραγματικό Λόγο, από την ανώδυνη και ακατάσχετα ανόητη φλυαρία των free φυλλαδίων- κάτι τέτοιες πένες λοιπόν, συμμετέχουν και συνυπογράφουν αυτό το κενό. Το χέρι μου καταλάθος σκαλώνει σε κάτι σελίδες που είχα προσπεράσει βιαστικά, στις οποίες φιλοξενείται ένα μικρό αφιέρωμα στην πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης με τίτλο 'Δεν έχω φράγκο μες στην τσέπη'. Την ξαφνική ανανέωση του ενδιαφέροντός μου διαδέχεται άμεσα η οργισμένη πίκρα. Στο άρθρο, πάνω κάτω προτείνονται κάποιοι τρόποι για να τη βγάλει καθαρή ένας νέος τη σήμερον, από την κρίση. Όλως τυχαίως είναι οι ίδιες ανώδυνες ανοησίες που δημοσιεύονται τον τελευταίο καιρό στις Λαηφοβόης: να κλέβεις wireless απ'το γείτονα, να τρως τα ληγμένα των σούπερ μάρκετ και της Βαρβακείου αγοράς, να λαδώνεις τον πορτιέρη για να μπαίνεις στα λάηβ μισοτιμή, να βλέπεις το πρωί σινεμά στις δημοσιογραφικές προβολές, να αρπάζεις στη ζούλα πράγματα για το σπίτι σου και άλλα τέτοια κακομοίρικα. Η κρίση σε θέλει κακομοίρη και το λαηφστάηλ μετερίζι κάνει ό,τι μπορεί για να σε καταρτίσει κατάλληλα: ζήσε σαν κακομοίρης, ζήσε μίζερος. Και η εναλλακτική Ελευθεροτυπία στο κόλπο πλέον.

Και προς θεού, καμία αναφορά στα αίτια αυτής της κρίσης, καμία αναφορά στις χαραμάδες εκείνες απ'όπου μπορεί να μπουκάρει καθάρια η νεανική μας ορμή και να τους πάρει τα σώβρακα (και αυτά που της ανήκουν, γαμώ το χριστό μου), καμία αναφορά σε κείνους που χειραγωγούν την κρίση και βγαίνουν κερδισμένοι, καμία αναφορά στα τρωτά σημεία των εξουσιών που δημιουργούν κρίσεις και διαιρούν για να βασιλεύουν, καμία αναφορά στην πλασματική εικόνα της κρίσης, ναι, στα πιασοκωλάδικα που διαφημίζονται πέντε σελίδες πιο πέρα, στην υπεραξία που λατρεύεται στις σελίδες περί clubbing, στη γενικευμένη χαζομάρα και την ηθική κατάπτωση της διασκέδασης, καμία αναφορά στους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αντιπαρέλθουμε και να επιβιώσουμε ως άνθρωποι μέσα στο χαμό, καμία αναφορά σε όσα μας ανήκουν τα οποία αυτό το άλλοθι της κρίσης μας τα αρπάζει και τα στέλνει στο διάολο, είτε μιλάμε για εργασιακά δικαιώματα είτε για τη χειραφέτησή μας. Στα ανόητα αυτά άρθρα, η αναφορά στην κρίση δεν είναι παρά η επίκληση ενός έξωθεν Κακού, μιας απάλευτης συγκυρίας, ενός καταστροφικού φαινομένου -κάτι σαν τον φονικό τυφώνα- που ήρθε και κάθησε στα κεφάλια μας. Δεν είναι άραγε η διαπίστωση μιας γενικής χρεωκοπίας, δεν είναι ένα συμπέρασμα συνεχών πτώσεων. Η κρίση είναι ένα φαινόμενο που μας ήρθε απ'όξω, είναι ένα τρεντ, είναι μια φάση. Και ας μην μιζεριάζουμε βρε αδερφέ. Φρη πρες να έχουμε, κώλους να χαζεύουμε και πάρτι με ωραία μοχίτο για να το ρίχνουμε έξω, να ξεσαλώνουμε, να ξεχνάμε την κρίση, να ξεχνάμε τις σκυθρωπές φάτσες και τους άστεγους, να γυρνάμε στις 5 το πρωί στο σπίτι, να είμαστε χοτ φάτσες, να συχνάζουμε στα χοτ σποτς, να κατεβάζουμε μουσική χωρίς να την ακούμε, να λατρεύουμε το vintage και την κάθε παπαριά που δικαιολογεί τον λίγο κόπο μας και την ελαφρότητά μας, να έχουμε μπλογκ να κάνουμε τους έξυπνους, να ανεβάζουμε βιντεάκια στο φέησμπουκ με τις συναυλιάρες που πηγαίνουμε, να μιλάμε χωρίς να ακούμε, να ακούμε χωρίς να καταλαβαίνουμε, να καταλαβαίνουμε χωρίς να χρειάζεται να ακούμε και να μιλάμε. Η κρίση είναι μέσα μας τελικά. Κι όσο φωνάζουμε για εκείνην που είναι έξω μας, απλά μεγαλώνουμε το κενό. Το οποίο, με μαθηματική βεβαιότητα, θα ρουφήξει τους πιο αδύναμους. Οι πιο συνετοί, ελπίζω, να σωθούν και να μη χαθούν σ'αυτό το νέο τυφώνα βαρβαρότητας. Αμήν.

 
 
 
 
Edited by © bananiotis