Τετάρτη, Ιουλίου 21, 2010

back to the eighties

Θυμάμαι τις υπέροχες ελληνικές ταινίες των 80's, αυτές του σχολικού ενδιαφέροντος (αλλά κάπως γηραιότερου κάστινγκ), που πάντα συνδυάζονταν αρμονικά τα ναρκωτικά και οι ρόδες (μαζί με την κοπάνα και την τσάντα). Αν και η ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου δεν έχει καταγράψει το γεγονός πως οι αρχές του dogmaτος και της παρέας του Φον Τρίερ μεγαλουργούσαν στην εδώ πλευρά της Μεσογείου, ήδη κανά δυο δεκαετίες πριν τις χρεωθούν οι σκανδιναβοί ανέραστοι εγκεφαλικοί οραματιστές, ένα άλλο κινηματογραφικό αξιοσημείωτο (και μάλιστα σε επίπεδο παγκόσμιας καινοτομίας) υπήρξαν οι σεναριακές διευκολύνσεις προς χάριν της απλής παραγωγής και του χαμηλού μπάτζετ. Έτσι, στις προαναφερθείσες σχολικές ταινίες φερ'ειπείν (αυτές της ρόδας και της κοπάνας), υπήρχε ένα σχολείο, ένας διευθυντής (Φωτόπουλος ή Ηλιόπουλος συνήθως), ένας καθηγητής, μία τάξη και καμιά εικοσαριά κομπάρσοι να πλαισιώνουν τους πεντέξι πρωταγωνιστές που, φυσικά, ανήκαν στην ίδια τάξη και έβγαιναν στη ντίσκο μόνο σε παρέες ανά μεταξύ των, αρνούμενοι πεισματικά να ανταμωθούν με παρέες από άλλες τάξεις ή τη γειτονιά (σεναριακή υπέρβαση που θα αύξανε κατά πολύ το κόστος και την προσέλευση επιπλέον κομπάρσων στο κάδρο). Λίγοι και καλοί ήταν πάντα το δόγμα του κάδρου και της κάθε σεναριακής σελίδας (αν αυτή υπήρχε βέβαια και δεν επρόκειτο για αυτοσχεδιασμό ή παραλλαγή πάνω στη χρήση της νεολαιίστικης αργκό που ψυχαναγκαστικά περιελάμβανε τους όρους μανούλι, τη βρίσκω στο πολύ έτσι, έχει φάση, σπάσε και μου τη δίνεις -το τελευταίο με την έννοια μου αρέσεις).

Η πολιτική ιστορία του τόπου μας την τελευταία δεκαετία, όπως αυτή αποτυπώνεται σε εγκληματικές και άλλες πράξεις που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο (ας τις πούμε τρομοκρατικές για να συνεννοούμαστε), καταγράφεται ακολουθώντας με ζηλευτή συνέπεια το κινηματογραφικό δόγμα των 80's. Από τις μεγάλες συλλήψεις του 2003 (που πολύ θα ήθελαν να είναι κινηματογραφικές, αλλά δεν έκατσε) -προς χάριν των χορηγών μας και των προστάτιδων δυνάμεων των Ολυμπιακών Αγώνων βεβαίως βεβαίως- μέχρι τα τώρα, τις Σέχτες και τους Πυρήνες, το σενάριο διαμορφώνεται πάντα με ιδανική, σχεδόν ιδεαλιστική, νοηματική σαφήνεια, εποικοδομώντας πάντα στο βασικό πλάνο: μία τρομοκρατική οργάνωση, ένα όπλο, ένας ύποπτος, μία γιάφκα. Παραπάνω από ένα, θα μπερδέψουν το θεατή. Σωστά, ειδικά αν αναλογιστούμε πως η ενημέρωση πλέον απευθύνεται σε θεατή όχι σε πολίτη. Απευθύνεται σε κάποιον που μόνο να παρακολουθήσει μπορεί, χωρίς δικαίωμα παρέμβασης, χωρίς περιθώριο προβληματισμού, χωρίς την πολυτέλεια της διασταύρωσης και της τεκμηρίωσης. Απευθύνεται ως θέαμα εν είδει ταινίας, μασημένη τροφή, απλά ελληνικά, απλό σενάριο, πλοκή, δράση, ενίοτε και μεταγλώττιση για όσους εξακολουθούν να δυσκολεύονται.

Το δόγμα επίσης επιτάσσει πάντα τρομοκρατική εξήγηση αντί οποιασδήποτε άλλης. Δεν υπάρχουν πλέον φονικά συμβόλαια, δεν υπάρχουν ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, πάνε οι μαφιόζοι και οι νονοί, πήραν όλοι τους σύνταξη, πάει η νύχτα, πάει κι η παλιά φρουρά. Στην υπηρεσία του Κακού από το 2001 και δώθε, παρατηρείται νταλαροποίηση του εγκλήματος: ένας για όλους (κι όλοι από έναν). Εδώ ο καλός τρομοκράτης, όλα τα σφάζει, όλους τους μαχαιρώνει. Ο μπάτσος, η μπατσίνα, ο ειδικός φρουρός, ο σεκιούριτι, ο δημοσιογράφος, ο εκδότης, ο πολιτικός, όλοι τους φαίνεται πως είχαν προηγούμενα με τον (ένα) κακό τρομοκράτη -ο οποίος φυσικά έχει ως μοναδικό κίνητρο την επικράτηση του Απόλυτου Κακού, αφού άλλο χαρακτηριστικό δεν φαίνεται να συνδέει ως ίδιον συμφέρον τους στόχους.
Οι απαραίτητες σεναριακές σφήνες παίζουν κι αυτές το ρόλο τους, κάτι σαν τον ξέμπαρκο (κομπάρσο συνήθως) που καμακώνει στη ντίσκο τη Ρένα Παγκράτη, απλά και μόνο για να εμφανιστεί ο Ψάλτης ή ο Γαρδέλης και να του σπάσει τα μούτρα -ή να γίνουν όλοι μαλλιά κουβάρια για χάρη ενός εντυπωσιακού πλάνου που θα δώσει και σεναριακή συνέχεια την επόμενη μέρα στο σχολείο (τιμωρίες, αποβολές, ανακρίσεις, ίντριγκες, καρφώματα, φάπες, βρισίδια). Εγκληματολογικά speaking, ο απαραίτητος κομπάρσος είναι η επιτροπή βαλλιστικής έρευνας και ο σπίκερ εκ μέρους της αστυνομίας (αν δεν είναι ο διευθυντής της, αναλαμβάνει ο Πάνος Σόμπολος). Ο δραματουργικός ρόλος της επιτροπής αυτής κρατάει από αρχαιοτάτους χρόνους, από τη χρυσή εποχή των τραγωδών, στα κείμενα των οποίων ο απο μηχανής θεός έδινε τη λύση του δράματος. Η επιτροπή εν είδει θεϊκής δύναμης απεφάνθη: είναι το ίδιο όπλο που σκότωσε τον τάδε. Καμία σημασία δεν έχει αν ποτέ δεν είδαμε το όπλο αυτό όταν σκότωσε τον τάδε, αν ποτέ δεν ονομάστηκε αυτό το όπλο, αν ποτέ δεν είδαμε έστω ένα τεκμήριο που να αντιστοιχεί σ'αυτό το όπλο, καμία σημασία δεν έχει αν ποτέ δεν είδαμε το όπλο που κάποιοι σκίζουν τα ρούχα τους ότι είναι το ίδιο, αν πάλι απουσιάζουν τα (λογικά) στοιχεία και ευρήματα που συνδέουν το όπλο τότε και το όπλο τώρα. Ο βαθμός βεβαιότητας της εκδοχής αυτής δεν τρομάζει απλά (ως πρότυπο ενημέρωσης και δημοσιογραφικής κάλυψης), αλλά πλέον έχει εκπαιδεύσει κατάλληλα τους λειτουργούς της ενημέρωσης να γράφουν τα κείμενα τους in advance: ήδη προαναγγέλεται η προκήρυξη της Σέχτας. Και φυσικά είναι παραπάνω από βέβαιο ότι την τρίτη μέρα, η προκήρυξη θα εμφανιστεί.

Το σενάριο πάει κατά γράμμα (και κατ'ευχήν Χρυσοχοϊδη): πρώτη μέρα, το γεγονός, τα μελοδραματικά περί θανάτου της δημοσιογραφίας, οι πρώτες (και οι τελευταίες) υποψίες, αναφορά κάποιας κλίσης ή παράγωγου της λέξης τρομοκρατίας
σε κάθε πρόταση -δεύτερη μέρα, πόρισμα βαλλιστικής, ταυτοποίηση με προηγούμενες ενέργειες (εννοείται: τις αμέσως προηγούμενες), λίβελοι κατά της τρομοκρατίας, απεταξάμην το Κακό, στην πυρά οι σατανάδες, περιμένουμε τους σατανάδες, προαναγγελία της προκήρυξης των σατανάδων -τρίτη μέρα, οι σατανάδες τηλεφωνούν ή στέλνουν γράμμα στην Ελευθεροτυπία, ταυτοποίηση δεν χρειάζεται, αφού έτσι κι αλλιώς ήταν αναμενόμενη η κίνηση, η αστυνομία λαμβάνει παράγγελμα για εντατικοποίηση των ερευνών, οι δολοφόνοι είναι οι πλέον σεσημασμένοι, είναι όμως ελεύθεροι, άρα πλέον η λύση είναι μόνοδρομος: τους ψάχνουμε όλους. Από τέταρτη μέρα και μετά, το αποτέλεσμα είναι ένα και γνωστό: ακόμα περισσότεροι μπάτσοι στους δρόμους, ακόμα περισσότερη αγένεια και μπρουταλιτέ, ακόμα περισσότερα δικαιώματα στον κάδο απορριμάτων, ακόμα περισσότερη δικαίωση του πάντα άγρυπνου Χρυσοχοϊδη, ακόμα περισσότερα χημικά στις πορείες και η μιζέρια μεγαλώνει μαζί με την οργή.

Αν αυτό κάποτε λεγόταν προβοκάτσια, τώρα απλά θα το λέμε ενημέρωση και δημοσιογραφία. Αστυνομία και κανάλια, ένα σώμα, μια ψυχή. Κι εμείς με το χέρι στο τηλεκοντρόλ, χάσκωντας ενώ το κενό μεγαλώνει, αδυνατώντας να ξεχωρίσουμε την πραγματική εικόνα από την εικονική πραγματικότητα, αδιαφορώντας για το όριο που χωρίζει το ψεύδος από την αλήθεια. Εδώ δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις ειδήσεις του Σταρ Τσάνελ και τις ειδήσεις του Μέγκα... Τι κώλοι της Τζούλιας, τι σφαίρες στο σώμα του Γκιόλια. Δελτία ειδήσεων λέγονται και στις δύο περιπτώσεις.

Τετάρτη, Ιουλίου 14, 2010

για την Ουρανίτσα

Μία αγαπημένη ψυχή έφερε στους τοίχους μας, στους ηλεκτρονικούς μας τοίχους -αυτά τα σημειωματάρια της ματαιοδοξίας μας- τους στίχους ενός τραγουδιού, από εκείνα τα τραγούδια που η δήθεν ψαγμένη προσωπικότητά μας και η εκλεπτυσμένη καθημερινότητά μας συνήθως προσπερνάει, περιφρονώντας τα ως ευτελή και αγοραία ή, πιο απλά, χαζοτραγουδάκια. Είναι καμιά φορά όμως, που η πραγματικότητα των βιωμάτων μας και των αισθημάτων μας, εκείνη απ'την οποία όσο και να θες δεν δραπετεύεις, εκείνη που σημαδεύει τις μέρες σου και τη σκέψη σου, κάθε μέρα, αδυσώπητα, σκληρά, γλυκά, με χαμόγελα και με δάκρυα, ανεξίτηλα, αυτή η πραγματικότητα σου προσφέρει ένα μεγεθυντικό φακό για να εστιάσεις και να ανακαλύψεις στα ευτελή και στα ταπεινά τη μετάφραση όσων νιώθεις σε απλές λέξεις, ίσως και αγοραίες, ίσως και ευτελείς. Λέξεις που δεν μεταφράζουν απλώς, λέξεις που κάθεμιά τους ξέρεις καλά ποιο νεύρο σου χτυπάνε και κάνουν το αίσθημα πραγματικό βίωμα, μετατρέπουν κάτι που νιώθεις σε κάτι που έζησες, προσθέτουν κάτι ακόμα στην εμπειρία σου και στους τρόπους να θυμάσαι, στους τρόπους πως να μην ξεχάσεις ποτέ κάτι. Αυτό το κάτι είναι δυο χρόνια. Ακριβώς δυο χρόνια. All memories are traces of tears ή -για τη Μαρούλω μου που δεν τα πολυκαταλαβαίνει τα εγγλέζικα- όλες οι αναμνήσεις είναι ίχνη δακρύων. Δες το κι εδώ. Κι εδώ. Και μετά εδώ:

Πέρασαν σχεδόν δυο χρόνια
κι όλα ακόμα μένουν ίδια
κάτω απ'τα παλιά σανίδια
κρύφτηκαν καλά όνειρα πολλά
[...]
Είναι αλλιώτικο συνέχεια
να σου λείπει πάντα κάτι
Είναι αλλιώτικο να χάνεις την αγάπη
[...]
Πέρασαν σχεδόν δυο χρόνια
και τον κύκλο τους πριν κλείσω
για να σ'αποχαιρετήσω
κάτι από το χθες, στείλε μου αν θες


Πέρασαν ακριβώς δυο χρόνια. Κι η Ουρανίτσα επιμένει να μας στέλνει κάτι από το αύριο, γιατί με το χθες δεν τα πήγαινε ποτέ καλά. Κάτω απ'τα παλιά σανίδια...

Πέμπτη, Ιουλίου 01, 2010

καληνύχτα στη γη

Τα νέα σήμερα: σε επίσχεση εργασίας προχώρησαν οι εργαζόμενοι στα αστικά λεωφορεία, μέχρι να τους καταβληθεί ο μισθός του Ιουνίου, ο οποίος έπρεπε να είχε πιστωθεί στους λογαριασμούς τους από την περασμένη Τετάρτη. Ο Υπουργός επίβλεψης του περαδώθε των χρημάτων -πρώην Οικονομικών- τους μήνυσε ότι η κατάσταση είναι υπερβολικά σοβαρή για να παίζουμε, θέτοντας επιτέλους το ζήτημα στην πραγματική του βάση: τόσα χρόνια παίρνατε μισθούς, γιατί η φάση ήταν χαλαρή, γιατί είχαμε τα περιθώρια, μας περίσσευαν. Τώρα που το πράμα σοβάρεψε, καθίστε καλά. Όταν έχουμε κι αν έχουμε. Περάστε την πρώτη του μηνός. Του επόμενου μηνός. Εκείνου που δεν έχει Σάββατο. Κι αφήστε τα παλιά παιχνίδια σας, απεργίες και μαλακίες. Παλιά αυτά. Είπαμε: το πράμα σοβάρεψε. Δεν βγαίνουμε μάνα μου, έχουμε να πάμε και καμιά Μύκονο. Άλλωστε, όπως είπε ο ίδιος υπουργός, υπάρχουν αυτή τη στιγμή μισθοί στις αστικές συγκοινωνίες 7 και 8 χιλιάδων ευρώ το μήνα. Το λοιπόν: να τους μοιραστείτε, ανά δύο, ανά τρεις ή και παραπάνω. Σοβαρευτείτε, άντε μπράβο. Λαμόγια οδηγοί.

 
 
 
 
Edited by © bananiotis