Δευτέρα, Ιουλίου 28, 2008

ακαδημία πλάτωνος

'Πόσο μ'αρέσει ν'ακούω τους ανθρώπους, ν'ανεβαίνουν με το ασανσέρ και να μιλάνε ρουμάνικα'...
Μ'αυτούς τους απλούς στίχους, πάνω σε μια αβίαστη και άερινη μελωδία, κάπου στο 1985, η Λένα Πλάτωνος άγγιζε γλυκά και ταπεινά τη ζωή των μεταναστών και τις 'πιθανότητες ευτυχίας στην περιοχή της Αμερικάνικης πρεσβείας', πολλά χρόνια πριν το αριστερόλαγνο lifestyle -που δεν έχει Τσίπρα πάνω του!- τους εντάξει στο συνθηματολογικό ρεπερτόριό του. Ήταν οι 'Εμιγκρέδες της Ρουμανίας', όπου 'κάποιος από τους Ρουμάνους έπαιζε από συνήθεια το ίδιο κομμάτι και μεταμόρφωνε, πάλι, τους δήμιους της Αμερικάνικης πρεσβείας, τους μεταμόρφωνε, πάλι, σε χάδι'. Και χθες, όμως, Κυριακή 27 Ιουλίου του 2008, οι 'Εμιγκρέδες' ακούστηκαν το ίδιο γλυκά και αέρινα, καθώς η συνωμοτική ατμόσφαιρα της γενικής δοκιμής -με τους ελάχιστους πλην προνομιούχους στις (προνομιακές) κάτω θέσεις του Ηρωδείου- υποσχόταν μια κατανυκτική εμπειρία. Όπως προφανώς θα συμβεί και απόψε, Δευτέρα, στη μία και μοναδική συναυλία που σημαίνει την επιστροφή της μεγάλης δημιουργού. Και αν τα φετινά 'Ημερολόγια' της -η δισκογραφική επιστροφή της- δεν στέκονται με την ίδια θέρμη και ορμή δίπλα στο 'Σαμποτάζ', στο 'Καρυωτάκης' και στο 'Γκάλοπ', η χτεσινή εμπειρία ήταν μια πρώτης τάξεως υπενθύμιση ότι η Πλάτωνος έχει γράψει μεγάλη, μα πολύ μεγάλη, μουσική. Και η έκφραση της πικρής βεβαιότητας ότι αν κάποτε οι υπεύθυνοι (;) διαχειριστές των κονδυλίων, οι εργολάβοι του εθνικού πολιτιστικού πλούτου μας, αποφάσιζαν να ασχοληθούν με τη χαρτογράφηση -και την ουσιαστική αξιοποίηση- της πολιτιστικής παρακαταθήκης μας, η Λένα Πλάτωνος έχει σίγουρα εξασφαλισμένη μια θέση ανάμεσα στα πέντε σημαντικότερα ονόματα δημιουργών -τουλάχιστον όσο αφορά το χώρο της μουσικής σύνθεσης από τη μεταπολίτευση και πέρα. Το 'ευτυχώς που υπάρχει το φεστιβάλ του Λούκου' και τολμά με ανάλογες επιλογές και παραστάσεις, δεν είναι και τόσο ανακουφιστικό, αφού αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα -και απ'ό,τι φαίνεται, κι αυτή η εξαίρεση τελεί υπό διωγμόν, τοπικών παραγόντων και λοιπών αναξιοπαθούντων εντεταλμένων...

Αλλά το θέμα είναι η συναυλία. Η χτεσινή μαγική βραδιά. Η φωνή του Παλαμίδα να προκαλεί ανατριχίλα σε κάθε λέξη. Η Φριντζήλα και η Πασπαλά ιέρειες της μυσταγωγίας. Και η Πλάτωνος σαν γιαγιά (που δεν είναι) να αρχίζει τα λόγια του παραμυθιού, όπως παλιά, όπως οι πραγματικές γιαγιάδες, με το γνωστό τρόπο, απρόθυμα και αμήχανα στην αρχή, όπως οι γιαγιάδες, επειδή έφτασε η ώρα και πρέπει να κοιμηθεί το παιδί, με μια ιδιαίτερη συστολή, με μια σοφία που προκαλεί την ίδια στιγμή δέος και ένα αίσθημα τρόμου, 'θα σας παίξουμε τραγούδια που δεν ακούγονται στο ραδιόφωνο'... Και ξαφνικά η αφήγηση παγώνει, γιατί το παραμύθι έχει ήδη αρχίσει να ξετυλίγεται μπροστά σου, μόνο του, με νότες και με λέξεις, με χρώματα και σιωπές, δεν χρειάζεται πλέον ούτε η αφήγηση ούτε η γιαγιά, κανένα εφέ, κανένα κόλπο, η γιαγιά είναι εκεί, θα μιλήσει και πάλι στο τέλος για να πει 'καληνύχτα', ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Ενδιάμεσα, μας τραγουδάει γερασμένα 'είμαι ευτυχισμένη', δεν την πιστεύουμε, δεν υπάρχει περίπτωση, δεν είσαι, αλλά ποιος νοιάζεται; Μοιάζει με γιορτή, αλλά δεν είναι. Είναι τελετή, όχι πανηγύρι. Είναι οι πληγές της που εκτίθενται, αυτές μας μαγεύουν, δεν βλέπουμε κανέναν ευτυχισμένο. Τραγουδάει για απώλειες, για ματαιώσεις, για προσωπικούς δαίμονες, για έρωτες που απαιτούν λύτρωση εδώ και τώρα, δεν γίνεται να είναι ευτυχισμένη. Ευτυχισμένη είναι η Νάνα Μούσχουρη που τελειώνει την καριέρα της. Ευτυχισμένοι κι εμείς που το αποφάσισε επιτέλους. Αλλά με τη Λένα Πλάτωνος, όχι, δεν γίνεται να είμαστε ευτυχισμένοι. Είμαστε μαγεμένοι, είμαστε γεμάτοι, είμαστε έρμαια του συναισθήματος και των πληγών που αυτό προκαλεί -οι επαφές του, δηλαδή, με την πραγματικότητα. Παραδινόμαστε, όπως λέει κι η ίδια και εννοεί "παρα-δίνομαι, με την έννοια του "πολύ", το παρακάνω"...

- Είναι επικίνδυνο να ψάχνει κανείς το μέσα του;

- Όχι. Επικίνδυνο είναι να μην ψάχνεσαι και κυρίως για τους άλλους. Γιατί μπορείς να βγάλεις τέρατα και να μην παίρνεις χαμπάρι.

(από τη συνέντευξή της στην εφημερίδα του Φεστιβάλ Αθηνών)

Τετάρτη, Ιουλίου 23, 2008

σκόρπια

...γιατί είμαι και σκόρπιος αυτόν τον καιρό.

Ο Ornette Coleman ήρθε και έπαιξε ΜΕΓΑΛΗ μουσική. Ναι, κουρασμένος. Ναι, κάπως comme il faut όλο το σκηνικό στο Παλλάς. Αλλά ήταν μεγάλη συναυλία. Μοναδικό groove. Ελευθερία και φαντασία. Σπουδαίοι μουσικοί. Μεγάλη μουσική. Τέλος.

Αυτή η πόλη δεν είναι καθόλου φανκ. Δεν έχει φανκ. Κι ας παριστάνει το αντίθετο. "Μα γιατί κανείς δεν χορεύει;" παρατηρούσαν οι ταλαίπωροι -πλην καραορεξάτοι- dEUS πριν δυο βδομάδες στο Kinky Bar, όπου έπαιζα μόνο για πάρτη τους ό,τι γκρουβομαυρίλα υπήρχε στις σιντοθήκες μου (μέχρι και "γκεράπες"). Να'ναι καλά η Marva Whitney, η Lyn Collins και ο Bo Diddley.

Η Amy Whinehouse απέκτησε κέρινο ομοίωμα στο μουσείο της Madame Tissaud στο Λονδίνο. Φήμες το θέλουν να είναι πιο ζωντανό από την ίδια. Και σίγουρα αυτό μπορεί να στέκεται όρθιο κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας της, σε αντίθεση με εκείνη που δεν. Δεν όμως. Με την καμία...

Ψάχνω την αγγλική (έστω) απόδοση της λέξης 'χαρμολύπη'. Μ'αρέσει και η ελληνική, αλλά μου ακούγεται το δεύτερο συνθετικό της να υπερισχύει του πρώτου. Θυμάμαι τη λέξη 'malegria' που είχε βαφτίσει ένα κομμάτι του ο Manu Chao. Ωραία, αλλά δεν είναι αυτό ακριβώς.

Η Ουρανίτσα έφυγε χωρίς να μας χαιρετίσει, έτσι απλά και ανεξήγητα, για να γεμίσει τραγικά το μπλοκ με τις απώλειες. Δεν αντέχω άλλο. Όχι, δεν χρειάζεται να πληρώνονται πάντα τα λάθη. Δεν γίνεται να είναι 'τραγικά' τα λάθη. Ένα χειρόφρενο γαμώτο. Ένα χειρόφρενο. Λέξεις και σκέψεις χωρίς ψυχραιμία. Δεν μπορώ να γράψω παραπάνω. Μακάρι να μπορούσα να εκφράσω, να μεταφέρω, να περιγράψω το μέγεθος της απώλειας, της σημασίας, της σχέσης μας, της ποιότητας αυτού του ανθρώπου. Αδύνατο. Αυτό το προκλητικό 'γιατί έτσι' που σου φωνάζει η ζωή -βγάζοντάς σου κυνικά τη γλώσσα- ως απάντηση στα πιο βασανιστικά σου 'γιατί;' είναι απλά αβάσταχτο. Αυτή η τυχαιότητα είναι αβάσταχτη. Αυτή η επιλεκτικότητα είναι αβάσταχτη. Θυμάμαι την τραγουδάρα της Βιτάλη:

Γιατί βιάζεται ο Χάρος να με πάρει στο ταξίδι
Αφού ακόμα μπουσουλάω και δεν πρόφτασα παιχνίδι
Κι έμεινα αφηρημένη να κοιτάζω το φανάρι
Να μου λέει "ζωή σημαίνει ένα Honda που φρενάρει"

Και, δεν ξέρω γιατί, αλλά το τραγούδι που μου έρχεται στα χείλη με τη θύμησή της και το σιγομουρμουράω συνέχεια, πάει κάπως έτσι:

Μην απελπίζεσαι και δεν θ'αργήσει
Κοντά σου θα'ρθει μια χαραυγή
Καινούρια αγάπη να σου ζητήσει
Κάνε λιγάκι υπομονή

Διώξε τα σύννεφα απ'την καρδιά σου
Και μες στο κλάμα μην ξαγρυπνάς
Τι κι αν δεν βρίσκεται στην αγκαλιά σου
Θα'ρθει μια μέρα, μην το ξεχνάς

Γλυκοχαράματα θα σε ξυπνήσει
Κι ο έρωτάς σου θ'αναστηθεί
Καινούρια αγάπη θα ξαναζήσεις
Κάνε λιγάκι υπομονή

Καληνύχτα.

Κυριακή, Ιουλίου 06, 2008

ποπ

«Νομίζω πως στην εμπορευματοποιημένη ποπ έχει χαθεί ο τόνος, αυτό που προωθείται πια ως τόνος δεν είναι η νότα αλλά ο ήχος. Φανταστείτε πόσες γλώσσες υπάρχουν σήμερα στην επιφάνεια της γης, πόσες λέξεις που δεν γνωρίζουμε την πραγματική σημασία τους. Αν τις μετατρέψουμε σε νότες, γίνεται πολύ πιο εύκολο να τις μοιραστούν οι άνθρωποι. Ομως, παρ' ότι οι άνθρωποι μεγαλώνουν μ' αυτό τον ήχο ανεξάρτητα από το πού γεννήθηκαν και τι γλώσσα μιλάνε, δύσκολα μαθαίνουν για το νόημα και το σκοπό της ζωής. Η γυναίκα δεν ενδιαφέρεται να μάθει για το τι είναι στην πραγματικότητα ο άνδρας, πόσο πολύτιμος είναι γι' αυτήν, το αντίστοιχο βεβαίως ισχύει και για τον άνδρα».

Ornette Coleman
, από τη συνέντευξη στο Γιώργο Χριστοδουλόπουλο (Ελευθεροτυπία, 6/7/08)



ΥΓ. Η αντίστροφη μέτρηση για το βράδι της Παρασκευής έχει αρχίσει...


Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2008

φρη γιορ μάηντ εντ γιορ ας γουήλ φόλοου...*

Κατ'αρχήν, να ξέρετε ότι αυτό το ποστ γράφεται μετά από κατανάλωση σεβαστής ποσότητας μπύρας και μετά το πέρας της αποψινής υπερσυναυλίας -την οποία φήμες την ήθελαν να είναι η συναυλία της χρονιάς και την οποία η απτή πραγματικότητα την έκανε να είναι πράγματι η συναυλία της χρονιάς (μέχρι τώρα δηλαδή, γιατί το χειμώνα έρχεται και Herbie και DeJohnette, κάτσε καλά...). Και η περί ου ο λόγος, δεν είναι άλλη από τη μαγική και συγκλονιστική εμφάνιση της απίστευτης κοντοπίθαρης Sharon Jones, μετά των Dap-Kings της, στο Γκαγκάρειον Ίδρυμα της οδού Λιοσίων. Και επειδή σύμφωνα με το φίλο μου το Σπαρτιάτη, η γκρίνια δεν πάει ποτέ πριν από μια συναυλία, αλλά μόνο μετά και αν, δηλώνω ότι δεν έχω να πω και πολλά για την ίδια τη συναυλία παρά μόνο να εκθέσω τώρα εδώ τις γκρίνιες μου. Όσοι ήταν εκεί το απόλαυσαν με την ψυχή τους, ξέρουν πολύ καλά τι είδαν, τι άκουσαν και τι έζησαν, όπως και οι αρμόδιες αρχές γνωρίζουν πολύ καλά ότι παρά τρίχα γλιτώσαμε το τρίτο αποτελειωτικό encore -που θα σήκωνε από τον τάφο και το μεγάλο godfather James Brown (ίσως και τον Ray Charles). Όσοι τυχεροί βρεθήκαμε απόψε στη στρούγγα (με τον άψογο κλιματισμό, να σημειωθεί παρακαλώ) ξέρουμε πόσο λιώσαμε τα κορμάκια μας κατά το φρενήρες δίωρο (μα, μόνο τόσο λίγο;...) που μας προσέφεραν με αδυσώπητη και ανηλεή αντοχή η μεγάλη κυρία και οι μεγάλοι μουσικοί της.

Η γκρίνια πάει σε όσους δεν ήρθαν, σε όσους ανάγκασαν την προπώληση και την άλλη πώληση να μετράει κουκιά και σπασμένα και έτσι να μεταφερθεί αυτό το πανηγύρι από το φυσικό του χώρο (Θέατρο Βράχων) σε ένα μέρος "χωρίς ουρανό από πάνω μας", σε όσους επιμένουν εναλλακτικά και πασαλιμανιώτικα, αλλά την κρίσιμη ώρα αποδεικνύονται οι πλέον συντηρητικοί και προβλέψιμοι εκτιμώντας ως πιο σημαντικό ένα σαββατοκύριακο στην Πάρο ή γουερέβερ, σε όσους γεμίζουν τα νεοfunk στέκια της Πανόρμου και του Γκαζιού και την έχουν δει γκουρού του rare και deep funk (πρόσφατο αθηναϊκό τρεντ), αλλά αν δεν τους πεις φωναχτά στ'αυτί "Σεξ Μασίν ρεεεε, Τζέημς Μπράουν!" (η γνωστή 'Γκεράπα' δηλαδή), δεν λένε να λικνίσουν το κορμί τους ή να κοιτάξουν λίγο παραπέρα και να καταλάβουν ότι και 100 Amy Winehousούσες να τους φέρεις στη σκηνή, δεν πιάνουν μία μπροστά στην ενέργεια της 50χρονης αεικίνητης Jones, ενώ και η ενημερότητά τους γύρω από τις soul γυναικείες φωνές ξεκινά από την Aretha και καταλήγει στην Franklin (στην καλύτερη...).

Τα μπράβο πάνε στο μεσιέ Τριανταφυλλίδη που είχε τα γκατς και την ευθύνη να οργανώσει τη μεγαλύτερη συναυλία του καλοκαιριού (τουλάχιστον), για την οποία είμαι σίγουρος ότι μπήκε μέσα. Ευτυχώς, πάντα υπάρχει η Μαλακάσα με τις σταθερές αξίες. Οι ορδές, λοιπόν, στον Manu Chao, κάτι σαν εθνικό καθήκον. Αυτό ξέρουμε, αυτό εμπιστευόμαστε... Και μετά γκρινιάζουμε κι από πάνω...


* υπόλοιπο από πέρσι, από την εμφάνιση του θηριώδη Γιώργου Κλίντον στους Βράχους...

 
 
 
 
Edited by © bananiotis