'Περάσαμε τα σύνορα κι είμαστε ακόμα εδώ. Πόσα σύνορα πρέπει να περάσουμε για να βρεθούμε σπίτι μας;...'
από 'Το μετέωρο βήμα του πελαργού' του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1992)
'There are no walls or fences. My garden's boundaries are the horizon...'
Derek Jarman, Modern Nature (1992)
Μάρκο Πόλο: "Ίσως αυτός ο κήπος να υπάρχει μονάχα στη σκιά των χαμηλωμένων μας βλεφάρων [...] Ίσως από τον κόσμο να έμεινε μονάχα ένα ασαφές έδαφος καλυμμένο από σκουπίδια και οι κρεμαστοί κήποι του ανακτόρου του Μεγάλου Χαν. Είναι μόνο τα βλέφαρά μας που τα ξεχωρίζουν, αλλά κανείς δεν ξέρει ποιο είναι μέσα και ποιο έξω".
Ίταλο Καλβίνο, Οι Αόρατες Πόλεις (1972)
ΓΡΑΦΟΥΝ
partners in crime
works
NIGHT ON EARTH
(Outlandish Recordings, 2006)
SECOND HAND
(Αχός/Sony, 2008)
Archives
-
►
2011
(16)
- ► Φεβρουαρίου (4)
- ► Ιανουαρίου (4)
-
►
2010
(40)
- ► Δεκεμβρίου (2)
- ► Σεπτεμβρίου (1)
- ► Φεβρουαρίου (5)
- ► Ιανουαρίου (6)
-
►
2009
(103)
- ► Δεκεμβρίου (9)
- ► Σεπτεμβρίου (6)
- ► Φεβρουαρίου (8)
- ► Ιανουαρίου (18)
-
▼
2008
(83)
- ► Δεκεμβρίου (14)
- ► Σεπτεμβρίου (6)
- ► Φεβρουαρίου (8)
- ► Ιανουαρίου (3)
-
►
2007
(31)
- ► Δεκεμβρίου (5)
- ► Σεπτεμβρίου (5)
- ► Φεβρουαρίου (1)
- ► Ιανουαρίου (3)
borders
scripta manent
"Ταλέντο είναι η ικανότητα να παίρνεις δύο παλιά και συνηθισμένα πράγματα που τα ξέρει όλος ο κόσμος και να τα συνδυάζεις μεταξύ τους με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργείται κάτι καινούριο.
[...]
Η ηθική μου συνοψίζεται σε έναν μόνο κανόνα. Αντί για δέκα εντολές, εγώ έχω μόνο μία: εφ'όσον μπορείς, μην κάνεις τους άλλους να πονάνε. Το θεωρώ πολύ πιο σεμνό από το ν'αγαπάς όλους τους ανθρώπους, όπως έλεγε ο Ιησούς".
Άμος Οζ, από τη συνέντευξη στη FAQ (13/11/08)
"Την εποχή της έντονης πολιτικοποίησης, όταν κοιτάζαμε ψηλά και αισθανόμασταν πολιορκητές του ουρανού δεν βλέπαμε πόσο η ατομική ιστορία του καθενός μπορεί να επηρεάσει τον κόσμο. Τελικά, δεν ξέρω αν είμαστε υποκείμενα ή αντικείμενα της Ιστορίας".
Θόδωρος Αγγελόπουλος, στην παρουσίαση της νέας ταινίας του "Η σκόνη του χρόνου" (23/11/08)
Αναρτήθηκε από costinho στις 11:55 π.μ. 1 σχόλια
the one and only Baby Dee
Ναι, θα είμαστε το opening act στην καλή μας Baby Dee!... Κάτι παραπάνω δηλαδής -χρονικά- από opening act, υπολόγισε καμιά ωρίτσα σετ. Και μην περιμένεις κόσμο και λαό πάνω στη σκηνή. Πιστοί στο πνεύμα της βραδιάς, κάτω από το όνομα Night On Earth θα κάνουμε ειδική εμφάνιση ντουέτο στυλ (Κωστής και Σοφία, πιάνο και γαλλικά). Και συγκεκριμένα για δύο βραδιές, το Σάββατο 22 και την Κυριακή 23 Νοεμβρίου. Στο Μουσικό Σπίτι Δίαυλος στο Κουκάκι (Δράκου 9, πεζόδρομος έξω από τη στάση μετρό Συγγρού-Φιξ). Γύρω στις 21.30. Εισιτήρια προπωλούνται στο www.i-ticket.gr και στο Vinyl Microstore και κοστίζουν 20 ευρώ.
Όσο για τη Baby Dee, τι να πρωτοπεί κανείς... Είναι σίγουρα μια μουσική παράσταση που αξίζει να δεις, να έχεις μια φορά την εμπειρία. Αντιγράφουμε κάποια λόγια από την "εξομολόγησή" της (ολόκληρη εδώ): "Γεννήθηκα αγόρι στο Clevelant του Ohio, θυμάμαι έναν πατέρα που εργαζόταν ώς πυροσβέστης στην τοπική υπηρεσία και ώς εμπρηστής μέσα στο σπίτι. Το θετικό βέβαια ήταν ότι δέν τον βλέπαμε σχεδόν ποτέ, φυσικά και εμείς επιδιώκαμε να μήν μας βλέπει, η οπτική επαφή πάντα αρκούσε για το ξύλο που επακολουθούσε. [...] Μετά από προσπάθειες πολλές και γκρίνια, έρχεται επιτέλους στο σπίτι ένα πιάνο, το 'deal' ήταν καλό, το πιάνο ήταν φτηνό και την εποχή εκείνη έλειπε από το σπίτι ένας 'μπουφές', τόσο φτηνό μπουφέ δύσκολα έβρισκε κανείς... Δέν σηκώθηκα σχεδόν ποτέ από το πιάνο και το σπίτι έμαθε τελικά χωρίς μπουφέ... [...] Το 1972, 19 ετών πιά, εγκαταλείπω την οικογενειακή 'θαλπωρή' και βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη, με ιδέες πολλές και όραμα...
Αγοράζω μία αποκριάτικη στολή αρκούδας και μία κακόμοιρη άρπα και κατευθύνομαι στο Central Park, αγαπούσα την άρπα αλλά δέν ήξερα να παίζω. Βέβαια, οι άνθρωποι είναι πολύ επιεικείς με μιά αρπίστρια-αρκούδα, έτσι η αρκούδα έβγαζε βαρβάτο μεροκάματο και με αυτό εγώ έπινα μπύρες. Από τη φύση της ζώο ματαιόδοξο, η αρκούδα βρέθηκε την περίοδο εκείνη στο Παρίσι, εκεί ονειρεύεται να πάει κάθε αρκούδα που σέβεται τον εαυτό της, εκεί άνθρωποι παράξενοι και εξωτικοί τρέφουν για τις τέχνες εκτίμηση βαθιά, εκεί οι αρκούδες-καλλιτέχνες περιβάλλονται με περισσή στοργή και φράγκα.
Επιστρέφω στη Νέα Υόρκη, η αρκούδα είχε καταντήσει αλκοολική από τις μπύρες και έπρεπε να αλλάξω καριέρα άμεσα. Την εποχή εκείνη πήγαινα σε μία Καθολική Εκκλησία στο Bronx και έπαιζα εκκλησιαστικό όργανο, όταν μου προσφέρανε δουλειά δεν το πολυσκέφτηκα, δούλευα με την παιδική χορωδία της γειτονιάς και διεύθυνα τις λειτουργίες. Δέκα ολόκληρα χρόνια παρέμεινα στην Εκκλησία, μεγάλο σχολείο...
Αλλάζω φύλο, εγκαταλείπω το σπίτι του Θεού και κατευθύνομαι στο Τσίρκο... Μια performer εν ονόματι "Εύφλεκτη Κίβα" (Combustible Kiva), που έκανε σόου με φωτιές, φεύγει αιφνιδίως από το sideshow του Coney Island επειδή ο γιος της κατάπιε ένα μπουκάλι παραφίνη. Αρπάζω την ευκαιρία και παίρνω τη θέση της στο σόου ως "διμερής ερμαφρόδιτος". Μέρος της performance μου ήταν να προκαλώ το κοινό να "ρίξει μια ματιά στα όργανά μου", τα οποία τελικά αποδεικνύονταν ότι ήταν παιδικά μουσικά όργανα [...]"
Μουσική της μπορείς να ακούσεις εδώ και για να μάθεις περισσότερα μπες εδώ, στο δικό της site.
the art of this trio
Από που θα μπορούσε να ξεκινήσει, άραγε, η κριτική για μια συναυλία όπως αυτή του Brad Mehldau Trio;
Ίσως, καταμετρώντας τις παρουσίες των "celebrities" της σκηνής -αγαπημένο άλλωστε σπορ του σιναφιού στις jazz συναυλίες. Ίσως, πάλι, σχολιάζοντας την ηχητική αρτιότητα και τις συνθήκες της διοργάνωσης ή το καλλιτεχνικό μέγεθος του ονόματος και τη σημασία του, αλλά και το γεγονός πως επρόκειτο για την πρώτη άφιξή του στη χώρα μας. Ίσως, τέλος, να ξεκινήσει με σχόλια για την προπώληση ή την προσέλευση του κόσμου -άλλο πρόσφατο αγαπημένο σπορ πλέον.
Η αλήθεια είναι ότι αυτή η κριτική θα μπορούσε να μην ξεκινήσει καν. Κι αυτό γιατί σε συναυλίες όπως αυτή της περασμένης Τρίτης, το θέμα δεν είναι η ίδια η συναυλία -πόσω μάλλον το playlist ή η (λιγότερο ή περισσότερο) λετπομερής καταγραφή των τεκταινομένων επί σκηνής. Θέλω να πω πως λίγη σημασία έχει το αν «τα'χωσε» ή όχι ο Jeff Ballard στα τύμπανα ή αν ο Melhdau έπαιξε ή όχι κάποιο χιτ των Radiohead, όπως συνηθίζει για χάρη των κοριτσιών...
Αυτό που έχει σημασία σε τέτοιες συναυλίες είναι ότι έρχεσαι αποκαλυπτικά αντιμέτωπος με το μεγάλο όραμα ενός μουσικού, που έχει αφιερώσει τον εαυτό του και την τέχνη του στη βαθιά μελέτη της παράδοσης και της αισθητικής του οργάνου, που σε κάθε νότα και κάθε συγχορδία που παίζει ακούς ταυτόχρονα την ιδιοφυία του Bill Evans, τη λόξα του Thelonious Monk και το λυρισμό του Keith Jarrett, όλα αρμονικά ταιριασμένα, ως φυσική συνέχεια της παράδοσης, και χωρίς να υποχωρεί ούτε στιγμή ή να θυσιάζεται επ'ουδενί το προσωπικό ύφος -τόσο στις συνθέσεις, όσο και στο στυλ παιξίματος ή τον αυτοσχεδιασμό. Ένα μουσικό όραμα που έχει διαγράψει την πορεία του με συνέπεια μέχρι τώρα, υπήρχε πριν και θα υπάρχει και δεν εξαντλείται σε μια συναυλία και ούτε έχει να αποδείξει κάτι σε μια δεδομένη στιγμή. Ένα όραμα με στέρεα βάση και εντυπωσιακά ξεκάθαρη θέση στο μουσικό γίγνεσθαι και το οποίο δεν στηρίζεται απλά στην ιδιοφυία του συνθέτη, τις δεξιότητες των μουσικών και τη φαντασία στον αυτοσχεδιασμό. Εν κατακλείδει, αναφέρομαι στην εμπειρία της συνάντησης με αυτό το μουσικό όραμα, όπου από τη στιγμή που γίνεσαι κοινωνός της, μόνο τυχερός μπορείς να νιώσεις.
Όποιος δεν εννόησε ότι αυτή η εμπειρία της οποίας γίναμε αυτήκοοι μάρτυρες προχτές στο Παλλάς υπαγορευόταν -σε κάθε στιγμή, σε κάθε μέτρο, ακόμα και σε κάθε αναπνοή- από την υπογραφή 'Brad Mehldau', είναι απλά out of point - όσες γνώσεις περί της jazz και αν καυχιέται για τον εαυτό του. Όποιος περίμενε κάτι έξω από το ηχητικό και αισθητικό σύμπαν που προτείνει χρόνια τώρα ο Mehldau -υπολογίζοντας και προσδοκώντας π.χ. στη δυναμική των παιχτών ή την παράδοση των τρίο ή το δυναμισμό των ευφάνταστων και δεξιοτεχνικών σόλο- απλά είχε έρθει σε λάθος συναυλία.
Ο Ballard που τρώει σίδερα πίσω από τα τύμπανα όταν τζαμάρει π.χ. με τον Chick Corea και τον Avishai Cohen, στο Mehldau Trio είναι ένας ταπεινός εργάτης του ρυθμού που σχεδόν ψυχαναγκαστικά απαγορεύει στο παίξιμό του τις ακραίες δυναμικές, τις εξάρσεις και τον εντυπωσιακό αυτοσχεδιασμό. Η αφετηρία του, ακόμα και στο drum solo, είναι η μουσική -για την ακρίβεια, η μουσική που ταιριάζει και υπαγορεύεται από το μουσικό όραμα του Mehldau, χωρίς αυτό φυσικά να μειώνει τον κάθε μουσικό ως αυτοτελή μονάδα. Το αντίθετο μάλιστα. Αυτή η ωριμότητα είναι που κατατάσσει τον συγκεκριμένο στους πιο λαμπρούς και decent drummers της σύγχρονης jazz, η ίδια ωριμότητα είναι που αναδεικνύει και το συνολικό ήχο του τρίο που οραματίζεται πίσω από το πιάνο του ο Mehldau.
Όσο για το καθαυτό συναυλιακό μέρος τι να πρωτοσχολιάσει κανείς;
Μήπως το εντυπωσιακό δέσιμο της ομάδας, το οποίο μπορεί μεν να είναι αυτονόητο και δεδομένο για ένα τρίο που είναι on the road συνέχεια εδώ και χρόνια, αλλά είναι στις λεπτομέρειες που κάνει τη διαφορά: στα λιτά και απέριττα (αλλά και grande) finale, στην ισορροπία ανάμεσα στα θέματα και τα σόλο, αναάμεσα στις φόρμες και τους αυτοσχεδιασμούς, ανάμεσα στο σόλο παίξιμο και τα groovy ομαδικά μέρη, στον ξεκάθαρο ρόλο κάθε μουσικής μονάδας ανά πάσα στιγμή, τις συνεχείς πάσες πάνω στον αυτοσχεδιασμό και το εκλεπτυσμένο interaction -πιο εντυπωσιακό τελικά από τη συνήθη και παρωχημένη φαντεζί δεξιοτεχνική προσέγγιση.
Μήπως να σταθεί στην απόλυτη ζεν ηρεμία του Mehldau -τόσο στο παίξιμο (πιο soft touch δεν γίνεται...), όσο και στις αργές και θεατρικές, πλην ειλικρινείς, υποκλίσεις ανάμεσα σε κάθε κομμάτι- η οποία σου επιβάλλει να αισθανθείς μύστης μιας τελετουργίας;
Μήπως στη συνέπεια και τη στιβαρότητα της rhythm section, δηλαδή αυτούς τους δύο έξοχους μουσικούς, τον "star" Jeff Ballard στα τύμπανα και τον «αθόρυβο» Larry Grenadier στο κοντραμπάσο -για τους οποίους το τελευταίο που τους απασχολεί στη σκηνή είναι το να δείξουν πόσο skilled είναι τα δάχτυλά τους;
Μήπως στον τόσο ιδιαίτερο ήχο του κάθε μουσικού, αλλά και τον τόσο ιδιαίτερο ήχο του τρίο που ξεπερνά (και ενοποιεί) το (ανομοιογενές) υλικό: από κλασικά ακούσματα μέχρι jazz standards και από αφαιρετικούς ambient πιανιστικούς αυτοσχεδιασμούς μέχρι pop και rock τραγούδια -not to mention τις πρωτότυπες συνθέσεις στις οποίες εντάσσουν μέχρι και atonal στοιχεία;
Μήπως στο γεγονός ότι όσο το τρίο ξεδιπλώνει την τέχνη του επί σκηνής αποκτούμε μια σαφή ερμηνεία των επιθέτων 'cool' και 'smooth' -χιλιόμετρα μακριά από τις trendy και lifestyleάδικες (κατα)χρήσεις τους; Κάπου εκεί, άλλωστε, γίνεται αντιληπτό (και πρέπει να γίνεται αντιληπτό) ότι το κάθε σύνολο, την κάθε συναυλία, το κάθε concept, οφείλεις να τα κρίνεις μέσα στα πλαίσια της ιδιαιτερότητας που το καθένα προτείνει. Ενδεχομένως να υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια σε μια jazz συναυλία να χαρακτηριστεί από αυτό για το οποίο σε άλλου είδους συναυλίες και πολύ πιο αβίαστα, η αργκό προβλέπει τη λέξη «μούφα». Σίγουρα όμως τα κριτήρια ακρόασης γι αυτές τις συναυλίες δεν μπορεί να είναι κοινά και σταθερά, απλά και μόνο επειδή στη σκηνή υπάρχει μια παραδοσιακή διάταξη οργάνων η οποία παραπέμπει αυτόματα σε κάποιο στυλ που πιθανώς μας έχει εντυπωθεί εμβληματικά στο νου. Κοινώς, είναι λάθος να αποτολμά κανείς μια σύγκριση του Mehldau Trio με το κλασικό μοντέλο του piano trio -όπως το όρισε ο Bill Evans- ή με το αρκετά κοντινό αισθητικά Keith Jarrett Trio -το οποίο έχει τη βάση του στη veteran class και των τριών μελών του- ή ακόμα και με σύγχρονα trio όπως οι Bad Plus, οι Medeski, Martin & Wood και οι Avishai Cohen Trio -που το καθένα προτείνει μια διαφορετική προσέγγιση του ιδιώματος και αξιώνει το δικό του μερίδιο στο μεταμοντέρνο jazz status.
Η εμφάνιση του Brad Mehldau Trio δεν ήταν σε καμία περίπτωση μια απλά καλή συναυλία. Ήταν μια πολύ δυνατή και συγκινητική εμπειρία και μια γενναιόδωρα απτή απόδειξη που μπορεί να φτάσει ένας καλλιτέχνης το όραμά του, διαγράφοντας με συνέπεια την πορεία που εκείνο επιτάσσει: από την καταγραφή των ερεθισμάτων στο μυαλό στη μετουσίωση σε έμπνευση -μέσω των ιδιαίτερων προσωπικών φίλτρων- από το μυαλό στα χέρια, από τα χέρια στο όργανο, από το όργανο στους άλλους μουσικούς και από όλους τους μουσικούς προς το κοινό. Και αυτό ούτε λίγο πράγμα είναι ούτε αυτονόητο φυσικά. Και ούτε συμβαίνει κάθε μέρα.
Δεν μπορεί άλλωστε να είναι τυχαίο να βλέπεις μετά το τέλος του τρίτου (!) encore -με ένα αέρινο και groovy 'Still Crazy After All These Years' του Paul Simon- τόσα και τόσο διαφορετικά πρόσωπα με έκδηλα ζωγραφισμένη τη συγκίνηση πάνω τους: από μουσικούς της τοπικής jazz σκηνής μέχρι θαμώνες της Αβραμιώτου, αλλά και την οικεία stoner-rock-φιγούρα του ασπρομάλλη μουσάτου πορτιέρη του Gagarin (πρώτη σειρά παρακαλώ)... Ποιο τρίτο encore δηλαδή, ήδη στο δεύτερο, με το 'Exit Music For A Film', η συγκίνηση είχε χτυπήσει peak. Για μένα προσωπικά, αυτή η κορύφωση είχε έρθει ήδη από το τέλος του κανονικού σετ: στη μαγική αποδόμηση του 'Unforgettable' και το ονειρικό φινάλε του, οπότε και οι δύο συνοδοιπόροι του Mehldau αφήνουν ευγενικά μόνο του τον leader να ξεδιπλώσει έναν απόκοσμο πιανιστικό αυτοσχεδιασμό και υπενθυμίζουν γλυκά και ταπεινά την παρουσία τους σε ένα σύντομο, πλην εξόχως συγκινητικό και ατμοσφαιρικό κλείσιμο.
Μια πραγματικά σπάνια βραδιά.
(review γραμμένο για το mixtape.gr)
what's wrong (take #02)
"Όταν ήμουν μικρή αντιμετώπιζα την Τέχνη πιο ιδεαλιστικά, πίστευα πως θα αλλάξω τον κόσμο. [...] Πιστεύω πως οι ανθρωπιστικές επιστήμες δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο -είναι πολύ μελαγχολικές. Αντίθετα αυτές που μπορούν να φέρουν την αλλαγή είναι τα μαθηματικά, η αστροφυσική, οι θετικές επιστήμες. Δεν είναι καθόλου παρηγορητική αυτή μου η διαπίστωση. Προσωπικά αυτό που προσπαθώ να προκαλέσω πια είναι μια συν-κίνηση, έναν κραδασμό. Τίποτα περισσότερο. Εξάλλου κανένα έργο τέχνης δεν μπορεί πια να προκαλέσει απήχηση που να διαρκέσει περισσότερο από 48 ώρες. Το κακό είναι πως στη Δύση πια συμπεριφερόμαστε ως ναρκομένοι καταναλωτές ακόμα και για τα έργα Τέχνης. Κι εγώ πιάνω τον εαυτό μου να καταναλώνει, για παράδειγμα, βιβλία και μουσικές. Αγοράζω συχνά, χωρίς να προλαβαίνω καν να τα διαβάσω ή να τα ακούσω. Πάντως ο κόσμος μπορεί να ζήσει και χωρίς Τέχνη.
[...]
Μπορεί το έργο Τέχνης να μη σε αλλάζει, αλλά πολύ μετά, κάποτε, μπορεί να σε βοηθήσει να αντιμετωπίσεις μια δύσκολη στιγμή της ζωής σου -κι ας μην ξέρεις πως η πηγή βοήθειας είναι το έργο. Σου δίνει, λοιπόν, καμιά φορά διεξόδους.
[...]
Για μένα θέωση είναι το υπερβολικό έως το υπερβατικό. Είναι η προσπάθειά σου να κάνεις διάλογο με το θάνατο, ή καλύτερα να βρεις την απάντηση για το θάνατο. Αν δεν υπήρχε ο θάνατος γιατί να κάνεις έργο; Τα μεγαλύτερα έργα είναι μνημειακά -ένας τρόπος να περάσεις στην αθανασία".
Ρούλα Πατεράκη, από τη συνέντευξη στην Athens Voice (30/10/08).
Ολόκληρη η απολαυστική συνέντευξη εδώ.